Τι σημαίνει η συμφωνία Καναδά – ΕΕ για το μέλλον του εμπορίου

Η συμφωνία θα μπορούσε να επηρεάσει τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ... Πριν από μια εβδομάδα, και ύστερα από χρόνια διαπραγματεύσεων, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και ο Καναδάς υπέγραψαν μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου γνωστή ως CETA (Comprehensive Economic and Trade Agreement). Η συμφωνία προβλέπει την κατάργηση όλων των δασμών μεταξύ Καναδά και ΕΕ για το 98% των βιομηχανικών προϊόντων και προσφέρει περαιτέρω πρόσβαση στις αγορές για τους αγρότες. Δεν ήταν καθόλου εύκολος ο δρόμος μέχρι την υπογραφή της συμφωνίας. Ένα περιφερειακό κοινοβούλιο του Βελγίου (εκείνο της Βαλλονίας) είχε απορρίψει τη συμφωνία, και η έγκρισή του ήταν απαραίτητη. Οι κύριες ενστάσεις ήταν δύο: οι Βέλγοι αγρότες δεν ήθελαν περαιτέρω ανταγωνισμό από τους Καναδούς γαλακτοπαραγωγούς, και οι Βέλγοι γενικότερα φοβούνταν ότι η ίδρυση ενός ειδικού δικαστηρίου για την επίλυση διαφορών μεταξύ ξένων επενδυτών και κρατών θα υπέσκαπτε την εθνική κυριαρχία, περιορίζοντας την ικανότητα των τοπικών κυβερνήσεων να θεσπίζουν κανόνες στους τομείς του περιβάλλοντος, της υγείας, και της ασφάλειας στον χώρο εργασίας. Εφόσον οι ιδέες του προστατευτισμού και η ανησυχία σε σχέση με τις εμπορικές συμφωνίες έχουν αναδειχθεί σε παγκόσμιο φαινόμενο, αξίζει προσοχής το τι έκαναν η ΕΕ και ο Καναδάς για να φτάσουν σε συμφωνία, και τι μπορεί όλο αυτό να σημαίνει ευρύτερα για την προώθηση του παγκόσμιου εμπορίου. Καταρχήν, οι διαπραγματευτές κατέβαλαν μεγάλη προσπάθεια να λάβουν υπόψη τους συγκεκριμένες ανησυχίες. Η βελγική κυβέρνηση υποσχέθηκε επιπρόσθετη υποστήριξη για τους Βέλγους αγρότες. Και η ΕΕ πήρε στα σοβαρά τις ανησυχίες περί κυριαρχίας, επιτρέποντας στο Βέλγιο να αμφισβητήσει την ορθότητα του επενδυτικού δικαστηρίου της CETA στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Δεύτερον, η πλειοψηφία των κρατών μελών της ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμφώνησαν ότι ήταν εξαιρετικά σημαντικό για τη μελλοντική οικονομική ανάπτυξη το να δείξουν ότι ήταν δυνατή η φιλελευθεροποίηση του εμπορίου. Το παγκόσμιο εμπόριο επιβραδύνεται και η λαϊκή αντίθεση στη διεθνή οικονομική ολοκλήρωση είναι πανίσχυρη, όπως έδειξε και η ψήφος των Βρετανών υπέρ της εξόδου από την ΕΕ. Τέλος, οι διαπραγματευτές γνώριζαν ότι η ΕΕ δεν θα ήταν σε θέση να διαπραγματευτεί μια εμπορική συμφωνία με κάποια άλλη χώρα (π.χ. Ιαπωνία ή Ηνωμένες Πολιτείες) εάν δεν έβρισκε τον τρόπο να κλείσει μια συμφωνία με μια χώρα της οποίας η οικονομία είναι το ένα δέκατο του μεγέθους της ευρωπαϊκής οικονομίας, με συγκρίσιμους μισθούς. Εφόσον η αντιπροσώπευση των κρατών-μελών ως προς εμπορικά ζητήματα είναι μια από τις κύριες αρμοδιότητες της ΕΕ, η υπογραφή της συμφωνίας ήταν εξαιρετικά κρίσιμη για το μέλλον της ευρωπαϊκής συναίνεσης. Όλοι αυτοί οι παράγοντες που οδήγησαν την Ευρώπη να υπογράψει τη συμφωνία CETA είναι μια μικρογραφία των προκλήσεων που αντιμετωπίζει ο Πρόεδρος Ομπάμα στις ΗΠΑ προσπαθώντας να πείσει το Κογκρέσο να εγκρίνει αμέσως μετά τις προεδρικές εκλογές τη Συμφωνία Συνεργασίας Ειρηνικού (TPP – Trans-Pacific Partnership), μέσω της οποίας θα ενώσουν τις δυνάμεις τους οι ΗΠΑ και 11 χώρες της Ασίας – Ειρηνικού. Τώρα είναι η ώρα για να καμφθούν οι αντιστάσεις του Κογκρέσου έναντι της συμφωνίας. Στον διαθέσιμο χρόνο, είναι αδύνατη η εκ νέου διαπραγμάτευση της TPP, και όπως δείχνουν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της ΕΕ και του Βελγίου, τόσο η αμερικανική κυβέρνηση όσο και το Κογκρέσο θα πρέπει να φανούν πραγματιστές και να καταλήξουν σύντομα σε συμφωνία. Πολλές κυβερνήσεις κρατών-μελών της ΕΕ είπαν πριν από μερικές εβδομάδες ότι η επίτευξη εμπορικής συμφωνίας με τον Καναδά ήταν απαραίτητη προτού κλείσουν μια πολύ μεγαλύτερη συμφωνία με τις ΗΠΑ. Και το καθήκον πραγματοποίησης αυτού του ενδεχόμενου θα πέσει στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης των ΗΠΑ. Πηγή

Via


Share/Bookmark
Post A Comment
  • Τα σχόλια σας ΕΔΩ . . Comment using Blogger
  • . .ή στο Facebook . Comment using Facebook
  • . . Comment using Disqus

Δεν υπάρχουν σχόλια :